Της Τιτίκα Δημητρούλια*
Εν είδει προοιμίου θα πρέπει να πούμε ότι τα παράλληλα κείμενα, ένα κείμενο δηλαδή μαζί με το μετάφρασμά του σε μία ή περισσότερες γλώσσες, αποτελούν μια πανάρχαια πρακτική, το πλέον φημισμένο δείγμα της οποίας αποτελεί η Στήλη της Ροσέττης, που μας επέτρεψε να αποκρυπτογραφήσουμε την ιερογλυφική γραφή. Χρειάστηκε όμως να περιμένουμε ως τη δεκαετία του 1980 προκειμένου τα παράλληλα κείμενα να χρησιμοποιηθούν συστηματικά στην επεξεργασία των φυσικών γλωσσών, παρ’ όλο που στα πρώτα βήματα της μηχανικής μετάφρασης, στη δεκαετία του 1950, είχαν ήδη γίνει κάποιες προσπάθειες αξιοποίησής τους.
Ο συλλογικός τόμος, τον οποίο έχει επιμεληθεί ο Jean Veronis, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Προβηγκίας, αποτελεί μια επισκόπηση των πλέον σύγχρονων εξελίξεων στον τομέα των παράλληλων κειμένων και των εφαρμογών τους. Την ιδέα της αποθήκευσης παράλληλων κειμένων, με στόχο την εκμετάλλευσή τους στο μέλλον, είχαν στα τέλη της δεκαετίας του 1970 πολλοί ερευνητές. Την πατρότητα όμως του πρώτου αυτόματου συστήματος παραλληλοποίησης κειμένων, ενός συστήματος δηλαδή που με τη χρήση αλγορίθμων και τον συνυπολογισμό διαφόρων αμιγώς εξω-σημασιολογικών παραμέτρων, στατιστικών, μορφολογικών κτλ. αντιστοιχίζει ένα κείμενο με το μετάφρασμά του σε επίπεδο προτάσεων, την οφείλουμε σε έναν από τους θεμελιωτές της υπολογιστικής γλωσσολογίας, τον Martin Kay και τον συνεργάτη του Martin Roscheisen. Σήμερα πλέον, με την ψηφιοποίηση και την ηλεκτρονική μορφή των κειμένων, τα παράλληλα κείμενα ή δικείμενα (bitexts), όπως τα ονομάζουν ορισμένοι ερευνητές, χρησιμοποιούνται ευρύτατα στη γλωσσική τεχνολογία και αποτελούν τη βάση για τη δημιουργία πολύγλωσσων εργαλείων, απαραίτητων στην Κοινωνία της Πληροφορίας.
Η παραλληλοποίηση των κειμένων έχει ποικίλες εφαρμογές: στη λεξικογραφία και στην εξαγωγή ορολογίας, στη μηχανική μετάφραση (μηχανική μετάφραση βάσει παραδειγμάτων) και στη μετάφραση με υποστήριξη υπολογιστή (προγράμματα μεταφραστικής μνήμης). Χρησιμεύει επίσης στην εξαγωγή των βασικών πληροφοριών που περιέχει ένα κείμενο για την εκμάθηση των γλωσσών. Η έκδοση αποτελεί μια εύχρηστη εισαγωγή στα παράλληλα κείμενα και στην τεχνική της παραλληλοποίησης, η οποία παρουσιάζει, εκτός των άλλων, ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την ελληνική γλώσσα, αφού τρεις ερευνητές του Ινστιτούτου Επεξεργασίας του Λόγου, οι Σ. Πιπερίδης, Χ. Παπαγεωργίου και Σ. Μπούτσης, κατάφεραν να χρησιμοποιήσουν στο άρθρο τους ελληνικά παραδείγματα από την ελληνική γλώσσα. Και είναι η πρώτη φορά, από τις απαρχές της φιλολογίας περί παραλλήλων κειμένων, που η ελληνική κάνει διεθνώς την παρουσία της σε ανάλογο σύγγραμμα. Θα πρέπει λοιπόν να υπογραμμίσουμε την πρωτοποριακή δουλειά του ΙΕΛ, υπό τη διεύθυνση του καθηγητή του Πολυτεχνείου Γ. Καραγιάννη, το οποίο διαπρέπει στις εφαρμογές τις σχετικές με την επεξεργασία των φυσικών γλωσσών στη χώρα μας και εκτός αυτής. Εργο δύσκολο όχι μόνο λόγω της γενικότερης καθυστέρησης που παρουσιάζει η Ελλάδα στον τομέα των νέων τεχνολογιών, αλλά επειδή στο πεδίο της γλωσσικής τεχνολογίας ειδικότερα οι εφαρμογές με χρήση της ελληνικής γλώσσας, η οποία ανήκει στις λιγότερο διαδεδομένες και ομιλούμενες γλώσσες, δεν απευθύνονται σε ευρύ κοινό και δεν παρουσιάζουν συνεπώς εμπορικό ενδιαφέρον. Παρά τις δυσκολίες όμως το ΙΕΛ επεξεργάζεται συνεχώς νέα και αξιόλογα προϊόντα, όπως το Traid, ένα πρόγραμμα μεταφραστικής μνήμης, ένα πρόγραμμα δηλαδή αποθήκευσης και παραλληλοποίησης κειμένων με στόχο την επαναχρησιμοποίησή τους, εφάμιλλο των καλύτερων ξένων προγραμμάτων (που υποστηρίζονται από εταιρείες-κολοσσούς της γλωσσικής τεχνολογίας, όπως η Trados, η ΙΒΜ ή η Atril), το μοναδικό πρόγραμμα ελέγχου της ελληνικής που επιτρέπει και τον γραμματικό έλεγχο του κειμένου, η Συμφωνία και άλλα (βλ. και την ιστοσελίδα του Ιδρύματος, www. ilsp.gr).
Στο πλαίσιο των εργασιών αυτών του ΙΕΛ εντάσσεται και η επιστημονική του ενασχόληση με τη μηχανική μετάφραση, καρπός της οποίας είναι ο συλλογικός τόμος Η μηχανική μετάφραση και η ελληνική γλώσσα, τον οποίο επιμελήθηκαν η Μελίτα Σταύρου και η Μαρία Τζεβελέκου και αποτελεί την πρώτη ελληνική εισαγωγή στη μηχανική μετάφραση. Ο τόμος προσεγγίζει ποικιλοτρόπως τη μετάφραση που παράγεται από υπολογιστικά συστήματα χωρίς ανθρώπινη παρέμβαση, με βάση ορισμένα προγράμματα που μελετούν και αναλύουν τη δομή της γλώσσας, αναζητούν τα καθολικά της χαρακτηριστικά, απεικονίζουν τις γλωσσικές διεργασίες. Επικεντρώνεται αφενός στο πλέον λειτουργικό σήμερα σύστημα, το Systran, το οποίο χρησιμοποιεί εδώ και μία εικοσιπενταετία η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και η εμπορική έκδοση του οποίου έκανε προσφάτως την εμφάνισή της στο Διαδίκτυο· και αφετέρου στο Eurotra, ένα φιλόδοξο από κάθε άποψη πρόγραμμα, το οποίο βασίζεται στη φιλοσοφία της μετάβασης από τη μία γλώσσα στην άλλη, με τη διαμεσολάβηση μιας δομής διεπαφής, σημασιολογικού περιεχομένου. Το βιβλίο λειτουργεί παράλληλα και ως εισαγωγή στην υπολογιστική γλωσσολογία αφού τα γενικά θεωρητικά ζητήματα που ανακύπτουν στην εξέλιξη των προγραμμάτων αποσαφηνίζονται βάσει συγκεκριμένων παραδειγμάτων. Ο Γ. Μπαμπινιώτης στον πρόλογό του υπογραμμίζει τη χρησιμότητα της ανάπτυξης ανάλογων προγραμμάτων μετάφρασης για την ίδια την ελληνική, εφόσον, πέραν του κύριου στόχου τους ή καλύτερα στο πλαίσιό του, οδηγούν σε μορφολογικές, συντακτικές και σημασιολογικές αναλύσεις μείζονος ενδιαφέροντος και προάγουν τη γλωσσολογική ανάλυση της ελληνικής. Πολύτιμη συνεισφορά σε όσους ασχολούνται καθ’ οιονδήποτε τρόπο με τη γλωσσική και μεταφραστική τεχνολογία στην Ελλάδα, το ευρετήριο ειδικών εκφράσεων και όρων που παρατίθεται στο τέλος και συνιστά μια ολοκληρωμένη πρόταση για την απόδοση της νέας αυτής ορολογίας. Παρά το ειδικό ενδιαφέρον τους, οι δύο τόμοι δεν απευθύνονται μόνο στους ειδικούς, τους μεταφραστές, τους μεταφρασεολόγους· απευθύνονται σε ένα ευρύτερο κοινό που ενδιαφέρεται για τη γλώσσα, τη μετάφραση και την επικοινωνία αφενός και τις νέες τεχνολογίες αφετέρου.
Από το Βήμα, 22/04/2001
*Η κυρία Τιτίκα Δημητρούλια είναι φιλόλογος, μεταφράστρια. Διδάσκει μεταφραστική τεχνολογία στο Διαπανεπιστημιακό, Διατμηματικό Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Μετάφρασης.