Σταύρος Γ. ΝΤΑΓΙΟΣ

Διδάκτωρ Ιστορίας του τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας του ΑΠΘ

Ο Όμηρος Δημητρίου Σεραφειμίδης γεννήθηκε στη Σμύρνη το 1915 και δήλωνε κάτοικος Χαλκίδας. Ήταν μόλις 21 ετών όταν κατετάγη εθελοντής στον ισπανικό Εμφύλιο Πόλεμο (1936-1939), μαζί με άλλους ονομαστούς έλληνες κομουνιστές αντιφασίστες, όπως τον Νίκο Βαβούδη, ο οποίος το 1951 εντοπίστηκε σε γιάφκα στην Αθήνα ως ασυρματιστής στην προσπάθεια ανασυγκρότησης του κομματικού μηχανισμού και αυτοκτόνησε για να αποφύγει τη σύλληψη. Ο Σεραφειμίδης (με το ψευδώνυμο «Σταύρος») τραυματίσθηκε στην Ισπανία, αλλά μετά την ανάρρωση ανέλαβε χρέη αξιωματικού στο ναυτικό και εργάσθηκε στη ναυτιλία.

Το 1940, σ’ ένα ταξίδι του από τη Νέα Υόρκη προς το Βλαδιβοστόκ, με εμπορικό πλοίο ελληνικών συμφερόντων και με σημαία του Παναμά, το οποίο μετέφερε μηχανικό εξοπλισμό, κατά το κατάπλους, οι σοβιετικές μυστικές υπηρεσίες σκηνοθέτησαν ένα τροχαίο ατύχημα, τον απήγαγαν και στη συνέχεια τον οδήγησαν σε νοσοκομείο της πόλης για νοσηλεία. Μάλιστα, για να φανεί αληθοφανές το κάλυμμα, οι λιμενικές αρχές κάλεσαν στο νοσοκομείο το ελληνικό πλήρωμα να διαπιστώσουν οι ίδιοι τον τραυματία, η ανάρρωση του οποίου θα διαρκούσε μερικούς μήνες. Το υπόλοιπο πλήρωμα πείσθηκε και αποφάσισε να αναχωρήσει χωρίς τον Σεραφειμίδη. Και από εκείνη τη στιγμή αρχίζει η οδυνηρή του περιπέτεια.

Οι σοβιετικοί πράκτορες τον στρατολόγησαν (χωρίς να γνωρίζουμε τον τρόπο στρατολόγησης: οικειοθελώς ή διά του εξαναγκασμού) και τον οδήγησαν σε ειδικά ταχύρρυθμα μαθήματα κατασκοπείας επί ενός εξαμήνου, πάντα υπό την πρόφαση της νοσηλείας. Μετά του ανέθεσαν διάφορες πρακτορικές αποστολές και μυστική δράση σε διάφορα σημεία της γης, με εικονικούς γάμους κ.λπ. υπό το μανδύα του ναυτικού. Την 24η Μαρτίου του 1949 ο Σεραφειμίδης εμφανίζεται στο Δυρράχιο της Αλβανίας με το επιβατικό πλοίο Elskundo (ισπανικών συμφερόντων) ενοικιαζόμενο από τους Σοβιετικούς· θα παρέμενε λίγες μέρες στο Δυρράχιο και θα συνέχιζε κανονικά το ταξίδι του με άλλο πλοίο προς τη Γαλλία ή την Αίγυπτο, καθώς διέθετε διαβατήριο (δεν γνωρίζουμε εάν ήταν πλαστό ή όχι), ενώ στην κατοχή του βρέθηκαν και 1000 δολάρια . Οι αλβανικές αρχές, μετά τον ελλιμενισμό στο Δυρράχιο, τού ζήτησαν να παραμείνει στην Αλβανία ως ναυπηγός και τον άφησαν προσωρινά ελεύθερο.

Ο Σεραφειμίδης αρχικά αρνήθηκε, αλλά στη συνέχεια και μετά τις ασφυκτικές πιέσεις των Αλβανών συμφώνησε να παραμείνει, αλλά για λίγο χρονικό διάστημα. Το διάστημα αυτό ο Σεραφειμίδης διαλέγεται με έλληνες κομμουνιστές που είχαν καταφύγει στην Αλβανία την άνοιξη του 1949 πριν τη λήξη του Εμφυλίου και εργάζονταν στο λιμένα του Δυρραχίου για την προώθηση της σοβιετικής βοήθειας προς του μαχητές του ΔΣΕ στο Γράμμο, προερχόμενη από όλες τις ανατολικές χώρες. Οι έλληνες κομμουνιστές τού ζήτησαν και αυτοί να συνεργαστεί μαζί τους. Ο Σεραφειμίδης αρνήθηκε και πάλι και κρυφίως επικοινώνησε με τη Γαλλική Πρεσβεία στα Τίρανα (τη μόνη δυτική) αιτούμενος τη χορήγηση βίζας για να συνεχίσει το ταξίδι του, όπως αρχικά είχε σχεδιασθεί. Κατάφερε να επικοινωνήσει και με τους σοβιετικούς αξιωματούχους της Σοβιετικής Πρεσβείας στα Τίρανα, αλλά και με τον υφυπουργό Εσωτερικών της Αλβανίας Μπεκίρ Ντόου (Beqir Ndou), του οποίου εκμυστηρεύθηκε αδρομερώς την αποστολή του και του ζήτησε να του επιτραπεί άμεσα η αποχώρηση από τη χώρα, μα οι διαμαρτυρίες και οι προσπάθειές του απέβησαν άκαρπες. Μάλιστα, του επιβλήθηκαν περιοριστικά μέτρα και την 19η Μαΐου 1949 συνελήφθη με την κατηγορία της κατασκοπείας στην υπηρεσία των Βρετανών, καθώς εθεάθη να φωτογραφίζει τα γραφεία της ελληνόφωνης εφημερίδας «Λαϊκό Βήμα» (όργανο της Ελληνικής Εθνικής Μειονότητας στην Αλβανία) ευρισκόμενα τότε στα Τίρανα. Επί διετίας ανακρίθηκε κάτω από φρικτές συνθήκες κράτησης και βασανισμού και μόνον την άνοιξη του 1951 του απαγγέλθηκαν κατηγορίες για κατασκοπεία από τον εισαγγελία του Ειδικού Δικαστηρίου Τζαβίτ Στρούγκα (Xhavit Struga), ο οποίος ζήτησε την παραπομπή της υπόθεσης ενώπιον του Ειδικού Δικαστηρίου κατά τα οριζόμενα του Άρθρου 10 του Ν. 372/12-12-1946 «Για τα ποινικά αδικήματα κατά του λαού και του κράτους».

Κατά την ανάκριση ο Σεραφειμίδης δεν ομολόγησε για την αποστολή του πλην των στοιχείων βιογραφίας του. Το Ειδικό Δικαστήριο υπό τον Ντέλο Μπαλίλι (Delo Balili) και μέλος τον Μανώλη Μίλο, ύστερα από έναν χρόνο, την 10η Απριλίου 1952 και κατά την έννοια των άρθρων 3 και 10 του Ν. 372/12-12-1946 τον καταδίκασε σε θάνατο, αλλά με πρωτοβουλία του τότε υπουργού Εσωτερικών Υποθέσεων Μεχμέτ Σέχου (Mehmet Shehu) η εκτέλεση της απόφασης ανεστάλη, ενώ η ποινή μετετράπη σε ισόβια κάθειρξη. Στην ανάκριση και στους βασανισμούς του συμμετείχαν τα πλέον υψηλόβαθμα στελέχη των αλβανικών μυστικών υπηρεσιών, όπως ο αιμοσταγής Νεβζάτ Χαζνεντάρι (Nevzat Haznedari), Ντέλο Μπαλίλι (Delo Balili), Χιλμί Τελεγκράφι (Hilmi Telegrafi) –ο δικαστής που καταγράφεται στις περισσότερες δίκες των Βορειοηπειρωτών την πρώτη περίοδο– ο περιβόητος Ρετζέπ Κόλι (Rexhep Koli) αλλά και Μανώλης Μίλος.

Έως το 1952 ο Σεραφειμίδης παρέμεινε σε μόνιμη απομόνωση σε σκοτεινά κελιά και κάτω από φρικτές συνθήκες κράτησης και ανάκρισης, υποβαλλόμενος σε ασύλληπτες ωδίνες. Στη συνέχεια ο καταδικασθείς οδηγήθηκε στις φυλακές Τιράνων για έκτιση της ποινής του. Τότε, και ύστερα από έντονες διαμαρτυρίες και σειρά επιστολών και αιτημάτων προς τον ίδιο τον Ενβέρ Χότζα, η αλβανική ασφάλεια ζήτησε, στις αρχές του 1957, πληροφορίες από τη Σοβιετική Πρεσβεία στα Τίρανα, η οποία επιβεβαίωσε τελικά τα ισχυριζόμενα του Σεραφειμίδη, ο οποίος απέρριπτε τις κατηγορίες και δήλωνε αθώος. Η Κεντρική Επιτροπή του Εργατικού Κόμματος Αλβανίας υπό τον Ρίτα Μάρκο (Rita Μarko) –ο οποίος είχε αναλάβει την υπόθεση των ελλήνων προσφύγων στην Αλβανία και τον Βιλσόν Πετσάνι (Vilson Pecani)– ύστερα από την εισήγηση της 4η Απριλίου 1957 του υφυπουργού Εσωτερικών Μιχαλάκη Ζιτσίστι (Mihallaq Zicisti) διέταξε την αποφυλάκισή του, την άμεση εισαγωγή του σε νοσοκομειακό κατάστημα των Τιράνων καθώς, κατά τη διάρκεια του εγκλεισμού, είχε κλονισθεί η σωματική και η ψυχική του υγεία. Διατάχθηκε επίσης να μην επιτραπεί ο επαναπατρισμός του, αλλά να επαναπροωθηθεί στη Σοβιετική Ένωση, εφόσον και οι Σοβιετικοί θα συναινούσαν και να ζητηθεί συγνώμη από «τους φίλους» (τους σοβιετικούς) για την παραδρομή, για την οποία κλήθηκε να παρέχει εξηγήσεις ο περιβόητος υπουργός Εσωτερικών Καντρί Χαζμπίου (Kadri Hazbiu). Εν τω μεταξύ, η απόφαση του Ειδικού Δικαστηρίου κρίθηκε αυθαίρετη και αβάσιμη και η όλη υπόθεση στημένη. Η ποινική δικογραφία διαβιβάστηκε στο Περιφερειακό Δικαστήριο, όπου ο Σεραφειμίδης απαλλάχθηκε από τις κατηγορίες ύστερα από οκτώ χρόνια φυλάκισης. Δεν γνωρίζουμε ποια είναι η περαιτέρω τύχη του Σεραφειμίδη. Το βασανιστικό ερώτημα είναι γιατί οι Σοβιετικοί αντέδρασαν με τόση καθυστέρηση.

Λεζάντα φωτογραφίας: Ομάδα ελλήνων εθελοντών στην Ισπανία. Διακρίνεται ο Νίκος Βαβούδης (1906-1951), πρώτος καθήμενος δεξιά με το σακάκι στην πλάτη.

Από tech-support

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *